Δελτίο Τύπου:
Το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας και το ερευνητικό Κέντρο Αποστόλου Παύλου, που αποτελεί δράση του Θεματικού Ερευνητικού Δικτύου του Τμήματος για την Κειμενική και Ερμηνευτική Εκκλησιαστική Παράδοση (Κ.Ε.Ε.Π.), διοργανώνει ημερίδα με θέμα την οικουμενικότητα του αποστόλου Παύλου.
Η ημερίδα θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 27 Ιουνίου, στο Δ´ Αμφιθέατρο της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. από ώρα 09.30΄ έως 14.00΄
Σκοπός αυτής της εναρκτήριας ημερίδας του Κέντρου Αποστόλου Παύλου είναι να εγκαινιάσει μία ουσιαστική συνάντηση εργασίας ερευνητών στις Παύλειες σπουδές, που θα καλλιεργεί την επιστημονική συζήτηση και θα εκπαιδεύει τους μεταπτυχιακούς σπουδαστές στη διαθεματική έρευνα.
Το κεντρικό θέμα που επιλέχθηκε, «Η οικουμενικότητα του αποστόλου Παύλου», επιθυμεί να δείξει μία από τις βασικές παραμέτρους προσέγγισης και μελέτης της Παύλειας γραμματείας από το Κέντρο Παύλειων Σπουδών, που είναι η καταλυτική συμβολή του αποστόλου Παύλου στον ελληνικό και ευρωπαϊκό πολιτισμό και η θεμελιακή συνεισφορά του στην οικουμενικότητα του Χριστιανισμού.
Οι εισηγήσεις επιχειρούν να καλύψουν διεπιστημονικά το θέμα με τη συνδρομή φιλολογικών, ιστορικών, αλλά και χωροταξικών προσεγγίσεων, με κύριο πάντοτε μοχλό τη θεολογική ερμηνευτική κατανόηση του έργου του Αποστόλου των Εθνών. Ξεκινώντας από την εποχή του αποστόλου, όπου εκτυλίχθηκε η δράση του ανά την τότε γνωστή οικουμένη, περνάμε στους αιώνες των Οικουμενικών Συνόδων, και από εκεί στην Τουρκοκρατία, για να καταλήξουμε στον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Πρόκειται για μία ευκαιρία ανάδειξης μερικών από τους σημαντικούς σταθμούς ενός μεγάλου πνευματικού ταξιδιού, του κηρύγματος του αποστόλου Παύλου ανά τους αιώνες.
Παρουσίαση της Ημερίδας:
Μετά τους χαιρετισμούς ανακοινώθηκε από τον Πρόεδρο του Τμήματος, καθηγητή Αθανάσιο Καραθανάση, η έγκριση της ίδρυσης του Κέντρου Αποστόλου Παύλου από την Σύγκλητο του Α.Π.Θ., και από την διευθύντρια του Κέντρου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Κυριακούλα Παπαδημητρίου, ο σκοπός του, ο οποίος σύμφωνα με το Καταστατικό του είναι «η διεπιστημονικού χαρακτήρα μελέτη και έρευνα σε διεθνή κλίμακα του έργου και της θεολογίας του αποστόλου Παύλου, της καταλυτικής συμβολής του στον ελληνικό και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, και της θεμελιακής συνεισφοράς του στην οικουμενικότητα του Χριστιανισμού».
Η εισαγωγική εισήγηση της ημερίδας έγινε από τον καθηγητή της Καινής Διαθήκης Χρήστο Οικονόμου με θέμα «Η οικουμενική αποστολή του Αποστόλου Παύλου». Ο καθηγητής επικέντρωσε την ομιλία του στα παρακάτω σημεία: 1. Το κλασικό δίλημμα του Σαύλου «Νόμος ή Χριστός» στην πρώτη φάση της ζωής του έκλινε την πλάστιγγα προς τον Νόμο. Μέσα από τα ιστορικά δεδομένα και τις θεολογικές προϋποθέσεις δεν είναι δυνατό να διανοηθεί κανείς την έννοια του όρου οικουμενικότητα της αποστολής του Παύλου κατά τα έτη της αγνοίας του (Πράξ. 17. 30).
2. Ο απόστολος Παύλος στην αυθεντικότερη επιστολή του, την προς Γαλάτας, αντιλαμβάνεται την κλήση του ως κάτι το αιφνίδιο, αντίστοιχο με την κλήση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, και αυτή είναι «ἵνα εὐαγγελίζωμαι … ἐν τοῖς ἔθνεσιν» (Γαλ. 1. 15-16).
3. Τα λόγια του Ιησού προς τον Ανανία για τον Παύλο μετά τη μεταστροφή του υποδηλώνουν μια τριπλή αποστολή του Παύλου με σαφείς οικουμενικές διαστάσεις: να κηρύξει το ευαγγέλιο στους εθνικούς, στους βασιλείς και στον λαό του Ισραήλ (Πράξ. 9.15). Οι τρεις παράλληλες διηγήσεις των Πράξεων για την κλήση του Παύλου (Πράξ. 9.22 και 26), αντιστοιχούν η καθεμιά προς την τριπλή αυτή αποστολή του Σαύλου.
4. Η οικουμενικότητα της αποστολής του αποστόλου Παύλου επισημαίνεται και στην δεύτερη διήγηση των Πράξεων των Αποστόλων (22. 1-21) για την κλήση και τη μεταστροφή του. Το κεντρικό σημείο της διηγήσεως βρίσκεται στην αναφορά του Ανανία προς τον Παύλο ότι ο Θεός των πατέρων τους τον διάλεξε, για να γίνει «μάρτυς αὐτῷ πρὸς πάντας ἀνθρώπους» (Πράξ. 22. 15).
5. Η τρίτη διήγηση των Πράξεων των Αποστόλων για την κλήση του Παύλου (Πράξ. 26, 12-23) έχει και αυτή ως κεντρικό σημείο την οικουμενικότητα της αποστολής του Παύλου. Μετά την αποκάλυψη του Ιησού στον Σαούλ κατά την πορεία του προς τη Δαμασκό, η εντολή του Κυρίου ήταν να υπηρετήσει ο Παύλος τον Χριστό ως μάρτυρας: «ἐξαιρούμενός σε ἐκ τοῦ λαοῦ καὶ ἐκ τῶν ἐθνῶν εἰς οὕς ἐγὼ ἀποστέλλω σε» (Πράξ. 26. 17).
«Ο Απόστολος Παύλος και ο ευρωπαϊκός πολιτισμός» ήταν το θέμα που ανέπτυξε στη συνέχεια ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής και καθηγητής της Ιστορίας των Σλαβικών Εκκλησιών Μιχαήλ Τρίτος. Ο εισηγητής μίλησε για τις αξίες του πολιτισμού και πώς η παύλεια διδαχή οδηγεί στην ανακαίνιση της πολιτισμικής ζωής, αφού εμψυχώνει και διαπλάσσει όλες τις πτυχές και εκφάνσεις της πολιτισμικής ζωής των ατόμων και των κοινωνιών. Τόνισε ότι η παύλεια διδασκαλία αποτελεί τη βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού και αναφέρθηκε κριτικά στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως που αρνήθηκαν να κάνουν σαφή αναφορά στις χριστιανικές ρίζες της Ευρώπης.
Τα «Δίκτυα επικοινωνιών και αστικού χώρου στις παύλειες οικουμενικές περιηγήσεις» παρουσίασε κατόπιν ο λέκτορας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ. Δημήτριος Δρακούλης, Δρ Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος, Σκοπός της παρουσίασης ήταν η διερεύνηση του ιστορικο-γεωγραφικού πλαισίου των παύλειων αποστολικών περιηγήσεων, όπως αυτό διαφαίνεται μέσα από τις Πράξεις των Αποστόλων. Ως ερευνητικό αντικείμενο ορίστηκαν τα δίκτυα επικοινωνιών και οι αστικοί τόποι που αναφέρονται στο κείμενο. Κατά την εισήγηση παρουσιάστηκε μια σειρά πλαισίων, μέσα στα οποία διαδραματίζονται οι παύλειες περιηγήσεις και η περιγραφή, κατηγοριοποίηση, ανάλυση και ερμηνεία των χαρακτηριστικών των αστικών χώρων, που αποτελούν τη σκηνογραφική επένδυση του αποστολικού κηρύγματος.
Η πρώτη συνεδρία της ημερίδας έκλεισε με συζήτηση σχετικά με τον ορισμό και την έννοια της οικουμένης κατά τη ρωμαϊκή εποχή και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αξιοποίησε την πολιτισμική αυτή παράμετρο ο απόστολος Παύλος. Συζητήθηκε, επίσης, η χριστιανική καταγωγή του ευρωπαϊκού πολιτισμού ως ιστορικό γεγονός, που αξιώνει τη μνεία και την καταγραφή του στην ιστορία της Ευρώπης.
Κατά τη δεύτερη συνεδρία της ημερίδας ο πρόεδρος του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας και καθηγητής της Ιστορίας του Ελληνισμού Αθανάσιος Καραθανάσης παρουσίασε το θέμα «Χρήσεις παύλειων κειμένων στη γραμματεία της Τουρκοκρατίας». Ο καθηγητής επεσήμανε ότι λόγιοι και λαϊκοί διδάχοι κατά την Τουρκοκρατία συχνά αξιοποιούσαν τον παύλειο λόγο στις επιστολές τους, στα κηρύγματά τους, στον διδακτικό ή παρηγορητικό λόγο. Εύρισκαν στον παύλειο λόγο, ανάλογα με τις περιστάσεις την αρμόδια ευκαιρία προκειμένου να εκθέσουν ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων που απασχολούσαν τους αποδέκτες, είτε ήταν προσωπικά είτε κοινωνικά, είτε αυτά ήταν ομαδικά. Η εισήγηση παρουσίασε πολλούς λόγιους χρήστες του αποστόλου Παύλου από τον πρώτο καιρό ήδη της Τουρκοκρατίας, όπου σε κείμενά τους θίγουν τα δεινά της υποταγής, τους κινδύνους από το Ισλάμ, την καρτερία, την αλληλεγγύη, τη φιλανθρωπία, την εμμονή στην πίστη, αλλά και πλήθος άλλων αιτίων, όπου οι χρήστες της παύλειας διδασκαλίας εύρισκαν την ευκαιρία να την υπενθυμίσουν. Αναφέρθηκαν λόγιοι από τον 15ο αιώνα ως τα χρόνια της Ελληνικής Επαναστάσεως, οπωσδήποτε επιλεκτικά λόγω του μεγάλου αριθμού τους, αλλά και της πληθύος της χρήσεως του παύλειου λόγου.
Το θέμα «Απόστολος Παύλος: από τα βαπτιστήρια σύμβολα πίστεως στους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων» ανέπτυξε η εισήγηση της Αναπληρώτριας Πρύτανη και Αντιπρυτάνεως Ακαδημαϊκών Υποθέσεων, καθηγήτριας Δέσπως Λιάλιου, η οποία συνοψίζεται στα εξής. Τα βαπτιστήρια σύμβολα, ως λειτουργικοί τύποι της κοινής ομολογίας πίστης προς τον αναστάντα Κύριο ή υπομνήματα για την προετοιμασία των κατηχουμένων, αποτελούν αποστολική παράδοση, που κληροδοτείται ως σημείο αναφοράς για τη διαμόρφωση των συνοδικών Συμβόλων ή Όρων (βλ. Εβρ. 6.2, Εβρ. 3.1, 4.14, 10.23, B΄ Tιμ. 1.13, 4.3, A΄ Tιμ. 6. 20, B΄ Tιμ. 1.14). Η αρχή τους δύναται μεν να αναχθεί στο Mατθ. 28.19-20, αλλά με τη μορφή είτε των μονομερών χριστολογικών φράσεων-συμβόλων είτε των διμερών ομολογιών-συμβόλων, που αναφέρονται στον Πατέρα και τον Υιὸ είτε και των τριμερών ή τριαδικών συμβολικών τύπων, με αναφορά δηλ. και στο Άγιο Πνεύμα, απαντούν εξίσου στο κήρυγμα του αποστόλου Παύλου εν μέσω των Εθνών (βλ. Φιλιπ. 2.5-11, A΄ Tιμ. 3.16, B΄ Kορ. 13.13, A΄ Kορ. 12.4-6, B΄ Kορ. 1.21-22, Γαλ. 3.11-14). Από τη μορφή των βαπτιστηρίων συμβόλων, τα οποία αποτελούν συνοπτική καταγραφή και ερμηνεία γεγονότων και προσώπων, δηλ. της πείρας του Θεού από τους αγίους, και υπό την πρόκληση των αιρέσεων, η Εκκλησία θα μεταβεί στα εκτενέστερα συνοδικά Σύμβολα, με επίκεντρο το Σύμβολο Νικαίας – ΚΠόλεως, όπως επίσης στους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων. Είναι η κοινή πίστη των προφητών, των αποστόλων και των πατέρων, που επαναδιατυπώνεται ανάλογα με το γλωσσικό ιδίωμα κάθε εποχής, προκειμένου να διακρίνει το σώμα της Εκκλησίας από τον Ιουδαϊσμό, τα Έθνη και τις κάθε είδους αιρέσεις.
Ακολούθησε η εισήγηση του Δρ Κωνσταντίνου Γεωργιάδη, Δρ Θεολογίας και νομικού, με θέμα «Χριστολογικές διατυπώσεις του αποστόλου Παύλου στον περί ιερών εικόνων διάλογο της Εκκλησίας με τους εικονομάχους», η οποία διαρθρώθηκε ως εξής. Οι εικονομάχοι, εμφανιζόμενοι στην Ιέρεια (754) ως θεματοφύλακες της εκκλησιαστικής παραδόσεως, αξιοποιούν ένα πλούσιο ανθολόγιο βιβλικών, πατερικών και συνοδικών χρήσεων. Κατά το αιτιολογικό μέρος του συνοδικού τους Όρου, άξονάς τους είναι τα χωρία Β´ Κορ. 5. 16 και Φιλ. 3. 21 του απ. Παύλου, που παρερμηνεύονται όμως με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξωθούν στην εικονομαχία. Μείζονα αξία έχει το ακριβές νοηματικό περιεχόμενο του όρου σαρξ στην ίδια συνάφεια, καθώς οι εικονομάχοι προβάλλοντας τη μανιχαϊστική τους δυαρχία, κληροδότημα μεταξύ άλλων του Ευσεβίου Καισαρείας, φτάνουν να εκλάβουν ως αποστολική διδασκαλία ότι ο ένσαρκος Θεός Λόγος απεκδύεται την ανθρώπινη φύση ή μορφή του μετά την Ανάσταση, οπότε και παύει να είναι περιγραπτέος ακόμη και σαρκί. Η ίδια εσχατολογική προοπτική αποδίδεται και στους συμμόρφους της σαρκός του Θεού Λόγου αγίους. Ωστόσο, οι πατέρες της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου (τεκμηριώνοντας κυρίως στις μεταδιαλλακτικές επιστολές του αγίου Κυρίλλου) θα ερμηνεύσουν τον όρο σαρξ στο Β´ Κορ. 5. 16 αποκλειστικά ως το παθητόν της ανθρωπίνης φύσεως, το οποίο προσλαμβάνει δι᾽ ημάς ο Θεός Λόγος κατά την Ενσάρκωση και απεκδύεται κατά την Ανάσταση, παρέχοντας στην Εκκλησία τη δωρεά του ενδύματος της αφθαρσίας.
«Η θύραθεν παιδεία στα παύλεια κείμενα» παρουσιάστηκε από την αναπληρώτρια καθηγήτρια της Καινής Διαθήκης και διευθύντρια του Κέντρου Αποστόλου Παύλου Κυριακούλα Παπαδημητρίου. Στην ανάλυση που έγινε αναφέρθηκαν μαρτυρίες από τα παύλεια κείμενα, που δείχνουν τη γνώση και την οικείωση του αποστόλου με τη θύραθεν παιδεία, όπως ο ρητορικός τρόπος που χειρίζεται τον λόγο και η επιχειρηματολογική δομή που ακολουθεί. Σχήματα λόγου, επιχειρήματα πειθούς, συναισθήματα και παραδείγματα διατρέχουν τις σελίδες των επιστολών του αφήνοντας την αναμφισβήτητη εντύπωση ότι είχε διδαχθεί και ασκηθεί στα ρητορικά γυμνάσματα των Σχολών της εποχής του. Λέξεις και χρήσεις λέξεων, όπως αυτάρκεια, συνείδησις, ηδονή, έννοιες και εννοιολογικό σκεπτικό όπως η σκοπιμότητα των πραγμάτων (Κορ. 6. 12· 10. 23), η φύση της κενοδοξίας (Γαλ. 5. 26), η αντίθεση σάρκας και πνεύματος (Ρωμ. 7. 13-25· Γαλ. 5. 17), τις οποίες επεξεργάζεται μέσα στο δικό του θεολογικό πλαίσιο, προδίδουν ότι οι φιλοσοφικές ιδέες της Στοάς και του Επικούρου δεν του ήταν άγνωστες.
Παρουσιάστηκαν ως δείγματα ορισμένες ελεύθερες αναφορές του αποστόλου σε κείμενα της κλασικής γραμματείας, αλλά και ορισμένες αυτολεξεί παραθέσεις από αναγνωρισμένα θύραθεν έργα, όπως το Α΄ Κορ. 15. 33: «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί». Κύριος στόχος ήταν όχι τόσο να αποδειχθεί η παιδεία του αποστόλου Παύλου όσο να αναδειχθεί το ανοιχτό πνεύμα του αποστόλου, που αγκάλιασε τα έθνη και τα οδήγησε στην εν Χριστώ οικουμενικότητα. Με τον λόγο του και τη δράση του επέτυχε τη συνάντηση και τη συνδιάλεξη των πολιτισμών της εποχής του, του ελληνορωμαϊκού και του ιουδαϊκού κόσμου, και την ανάδειξη ενός καινούργιου, οικουμενικού πολιτισμού, του χριστιανικού.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε υπογραμμίσθηκε η δημιουργική υιοθέτηση της κλασικής παιδείας και γενικότερα της αρχαίας ελληνικής σοφίας από τον απόστολο για την εξυπηρέτηση των ιεραποστολικών του στόχων και για την οικουμενική διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος.
Ανακεφαλαιώνοντας ο πρόεδρος της δεύτερης συνεδρίας καθηγητής Χρήστος Οικονόμου επεσήμανε τη διεπιστημονική προσέγγιση του γενικού θέματος της Ημερίδας για την οικουμενικότητα του αποστόλου Παύλου και την πολλαπλή ωφέλεια και το ενδιαφέρον, που η προσέγγιση αυτού του είδους προσφέρει στους μελετητές και στους ακροατές. Πρόκειται για μία πολύ καλή πρωτοβουλία, είπε για το «Κέντρο Αποστόλου Παύλου», που ευχόμαστε να πλουτίσει την έρευνα και να καλλιεργήσει τις διεπιστημονικές σπουδές τιμώντας συγχρόνως το πρόσωπο και το έργο του αποστόλου των εθνών.
Η Επιστημονική υπεύθυνη της Ημερίδας
Κυριακούλα Παπαδημητρίου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια
Διευθύντρια του Κέντρου Αποστόλου Παύλου